Δευτέρα 18 Αυγούστου 2014

Política exterior y producción rural – Εξωτερική πολιτική και αγροτική παραγωγή - Foreign policy and rural production


Τις τελευταίες Aυγουστιάτικες ημέρες γίνεται πολύς ντόρος σχετικά με την απόφαση της ρωσικής κυβέρνησης να κυρήξει εμπάργκο στα ευρωπαϊκά αγροτικά προϊόντα εξαιτίας της αναγνώρισης της ουκρανικής κυβέρνησης από τους Ευρωπαίους. Η ουκρανική κυβέρνηση απαρτίζεται από αρκετά μέλη νεοναζιστικών οργανώσεων.

Από τις 7 Αυγούστου και για διάρκεια τουλάχιστον ενός έτους, η Ρωσία διέκοψε τις εισαγωγές αγροτικών προϊόντων και τροφίμων που προέρχονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις ΗΠΑ, την Αυστραλία, τον Καναδά και τη Νορβηγία. Οι περιορισμοί εκτείνονται κυρίως στο βόειο κρέας, στο χοιρινό κρέας και τα πουλερικά, τα φρούτα, τα λαχανικά, τα γαλακτοκομικά και τα ιχθυοκομικά προϊόντα1.


Στην ουσία πρόκειται για μία αιφνιδιαστική και βίαιη διακοπή των εμπορικών σχέσεων, έναν οικονομικό πόλεμο που ξέσπασε ανάμεσα στη Ρωσία και τις προαναφερόμενες χώρες. Οι συνέπειες ενδεχομένως αποβούν καταστροφικές για την ευρωπαϊκή αγροτική παραγωγή με ολέθριες επιπτώσεις στην ελληνική κοινωνία, η οποία πλήττεται για πολλά χρόνια από μία ανθρωπιστική κρίση, πρωτόγνωρη για περίοδο ειρήνης. 

Ένας οικονομικός πόλεμος, που προκαλεί άμεσα μεγάλα προβλήματα στις εξαγωγές των αγροτικών προϊόντων, με αρχή τον τομέα των πυρηνοκάρπων (ροδάκινα, νεκταρίνια, δαμάσκηνα, κ.α.) εν μέσω συγκομιδής και κορύφωσης των εμπορικών τους περιόδων. Ένας παραγωγικός τομέας που πληρεί τις προϋποθέσεις εξαγωγών και εξωστρέφειας (όπως διδασκόμασταν στα πανεπιστημιακά έδρανα), φέρνει συνάλλαγμα, συντηρεί χιλιάδες αγροτικές-εργατικές οικογένειες και άλλες επαγγελματικές ομάδες. 


Δεν είναι όμως ο μοναδικός παραγωγικός τομέας φυτικής παραγωγής που πλήττεται, πρόκειται να ακολουθήσουν οι τομείς του ακτινιδίου, των σταφυλιών, γενικά των φρούτων και λαχανικών στο σύνολό τους. Σε βάθος χρόνου, αν συνεχίσει η εφαρμογή αυτής της απόφασης, πρόκειται να δημιουργήσει ένα περιβάλλον ασφυκτικό με ολέθριες συνέπειες στην αγροτική παραγωγή της ελληνικής χερσονήσου και των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών. 

Είναι δεδομένο ότι οι ευρωπαϊκές χώρες που πρόκειται να πληγωθούν περισσότερο είναι οι κοντινότερες στη ρωσική αγορά. Η ελληνική αγροτική παραγωγή ως εγγύτερη της Ρωσίας  λόγω της γεωγραφικής της θέσης, αλλά και των ιδιαίτερων σχέσεων που έχουν αναπτυχθεί μεταξύ των δύο λαών στο πέρασμα των αιώνων, βρίσκεται σ’αυτήν ακριβώς την ομάδα χωρών.


Αρκετές δεκαετίες οι αγροτικές περιοχές της Ευρώπης διακρίνονται κατ’αναλογία της σχέσης κέντρου-περιφέρειας, σε περιφερειακές αγροτικές περιοχές (rural periphery) και σε κεντρικές αγροτικές περιοχές (rural core). Η Ελλάδα, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιταλία και ορισμένες περιοχές της νότιας Γαλλίας βρίσκονται στην πρώτη κατηγορία της προαναφερόμενης σχέσης.  Αυτές οι περιοχές χαρακτηρίζονται από υψηλή εξάρτηση από το γεωργικό τομέα, από πληθυσμιακή αποδυνάμωση, από χαμηλότερα εισοδήματα, και κυρίως από το ανειδίκευτο εργατικό προσωπικό και την ανεπαρκή υποδομή (Bryden J., 1993). Αντίθετα, οι κεντρικές αγροτικές περιοχές χαρακτηρίζονται από χαμηλή εξάρτηση από το γεωργικό τομέα, από διαφοροποιημένη παραγωγική βάση, γειτνίαση με τα σημαντικά κέντρα αγορών, από υψηλότερα εισοδήματα και ικανοποιητική υποδομή.   


Με μια ματιά στις συνθήκες ζωής των αγροτικών πληθυσμών του ευρωπαϊκού Νότου, καθώς αυτοί οι πληθυσμοί είναι εξαρτημένοι από τις μεταβαλλόμενες κλιματολογικές συνθήκες και τις κυμαινόμενες σοδειές, διαπιστώνουμε πως βρίσκονται συχνά-πολύ κοντά στο ελάχιστο όριο διαβίωσης.  Οι περιφερειακές ανισότητες στις κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες των αγροτικών περιοχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης διευρύνονται σε βαθμό που διαλύουν την κοινωνική συνοχή αυτών των περιοχών.

Με την ακολουθούμενη εξωτερική πολιτική της Ευρώπης, στην ουσία αγνοείται βάναυσα αυτό που ορίζονταν κάποτε ως η θεμέλια λίθος του ευρωπαϊκού οικοδομήματος η Αρχή της Επικουρικότητας, σύμφωνα με την οποία οι κοινοτικές δράσεις θα πρέπει να συμπληρώνουν και όχι να υποκαθιστούν την δράση των εθνικών κυβερνήσεων. 


Μία αντίφαση στην εξωτερική πολιτική των Ευρωπαίων αποτελούν οι επιπτώσεις αυτής της εφαρμοζόμενης πολιτικής, οι οποίες έρχονται σε αντίθεση με τη νομική βάση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής όπως περιέχεται στα άρθρα της πρώτης Συνθήκης της Ρώμης του 1957. Ειδικότερα στο άρθρο 33 της Συνθήκης  διατυπώνονται οι κυριώτεροι αρχικοί στόχοι της Κ.Α.Π., μεταξύ των οποίων αναφέρεται ρητά ότι επιδιώκεται η διασφάλιση ενός δίκαιου επιπέδου διαβίωσης της αγροτικής κοινότητας, ιδιαίτερα με αύξηση των ατομικών απολαβών των προσώπων που ασχολούνται με τη γεωργία, η σταθεροποίηση των (αγροτικών) αγορών αλλά και η εγγύηση της διάθεσης της προσφοράς (αγαθών).


Το φαινόμενο της κρίσης όπως αναπτύσσεται στις νότιες χώρες της Ευρώπης επιδεινώνεται από τη στάση της Γερμανίας, που προσπάθησε εις βάρος τους να προστατεύσει συμφέροντά της σχετιζόμενα με εξαγωγές κυρίως βιομηχανικών προϊόντων (π.χ. στην Κίνα).  Επίσης εμφανίζεται κερδισμένη από την ευρωπαϊκή οικονομική κρίση, καθώς όχι μόνο σταθεροποίησε την οικονομική της υπεροχή αλλά κέρδισε πολλά δισεκατομμύρια ευρώ από τις τεχνητές διαφορές στα επιτόκια.  

Με βάση αυτή τη λογική η Γερμανία “χαρίζει” τα αγροτικά προϊόντα σε Η.Π.Α. και Καναδά, προκειμένου να ανοίξει αυτές τις αγορές για τα βιομηχανικά της προϊόντα. Στην πραγματικότητα ένα μεγάλο τμήμα της κυρίαρχης τάξης της Ευρώπης ταυτίζεται με τα γερμανικά συμφέροντα. Οι γερμανοί βιομήχανοι δεν ενδιαφέρονται για το αν η Ελλάδα μεταλάσσεται σε αποικία χρέους, αντίθετα αυτό μπορεί να εξυπηρετεί τους γερμανούς τουρίστες ή φοιτητές που έρχονται στη χώρα για να μελετήσουν το φαινόμενο της κρίσης (sic).  Η στρατηγική τους επιλογή είναι να δημιουργηθεί μια Ευρώπη με ηγέτιδα δύναμη τη Γερμανία που θα αποτελέσει ανταγωνιστικό πόλο στην Κίνα, επιβάλλοντας το γερμανικό μοντέλο παραγωγής και τρόπου ζωής.

Με ξήλωμα του κοινωνικού κράτους και των εργασιακών δικαιωμάτων, με διάλυση παραγωγικών τομέων της οικονομίας και άμεση εξάρτηση των μεσογειακών λαών κι όχι μόνον αυτών, από τις τράπεζες και τα καζίνο των χρηματιστήριων.


Εν τέλει είναι έντονα τα ερώτηματα που θέτει, υπό ευρωπαϊκό περιβάλλον, η υφιστάμενη δομική κρίση του καπιταλισμού. Τι είδους παραγωγική ανασυγκρότηση μπορεί να εμπνεύσει την κοινωνία; Με αποσυσώρευση χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και ουσιαστική καλλιέργεια της πραγματικής οικονομίας ή με περαιτέρω μεγέθυνση των οικονομικών δεικτών; Πως μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η επίθεση σε παραγωγικούς τομείς της πραγματικής οικονομίας; Με αναδιανομή της γης και αξιοποίηση της μέσω καινοτόμων καλλιεργειών από τα εκατομμύρια ανέργων της ελληνικής κοινωνίας (και του μεσογειακού κόσμου ευρύτερα) ή με περαιτέρω μαρασμό της υπαίθρου και υπερσυγκέντρωση του αγροτικού πληθυσμού στα αστικά κέντρα;


Με δημιουργία πραγματικών οριζόντιων δομών με στόχους, στρατηγική, συντονισμό και προγραμματισμό που να λειτουργούν προς όφελος της κοινωνίας και του δημόσιου συμφέροντος χωρίς διακρίσεις νεποτισμού και παλαιοκομματικές, απαρχαιωμένες αντιλήψεις. 

Απέναντι στην επικοινωνιακή τακτική των σημερινών κυβερνώντων του νεοελληνικού κράτους, στη δομική βία που ασκούν οι χρηματαγορές όπως αλληλοενισχύονται με την καθημερινή τους βία δια μέσω λέξεων και πράξεων, χρειάζεται με ρηξικέλευθες πρωτοβουλίες να απελευθερωθούν οι υγιείς δυνάμεις του αγροτικού τομέα. Με αναμόρφωση και αξιοποίηση των παραγωγικών δυνατοτήτων της υπαίθρου και πρακτική εφαρμογή των επιστημονικών γνώσεων προς τη βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών και την έξοδο από τη λαίλαπα των στυγνών πολιτικών λιτότητας.
 

Διαδικτυακή πηγή:
http://sp.ria.ru/infografia/20140812/161243977.html


Fotografías y texto de ©Dimitris V. Geronikos
Φωτογραφίες και κείμενο από © Δημήτρη Β. Γερονίκο
Photos and text by © Dimitris V. Geronikos

Δεν υπάρχουν σχόλια: