Ο κινηματογράφος στην Ελλάδα, όπως και στις υπόλοιπες χώρες, εμφανίζεται για πρώτη φορά λίγα χρόνια μετά τη δημόσια προβολή των αδερφών Λυμιέρ, Λουί Ζαν (1864-1948) και Ωγκύστ Μαρί Λουί Νικολά (1862-1954), στο Γκραν Καφέ του Παρισιού.
Ο Ζωρζ Μελιές (Maries Georges Jean Méliès, 1861-1938) εμπνέεται από την Ελλάδα για να γυρίσει στο στούντιο του στο Παρίσι τα σκηνοθετημένα του επίκαιρα Ναυμαχία στην Ελλάδα και Σφαγές στην Κρήτη (1897), που αναφέρονται στον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο που ακολούθησε την Επανάσταση των Κρητών του 1897. Το πρώτο φιλμ στην ίδια χώρα το γυρίζει το 1906 ο Λεόν, Γάλλος οπερατέρ της «Γκομόν» που έρχεται στην Ελλάδα από την Αίγυπτο για να γυρίσει ένα ζουρνάλ με θέμα τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Την επόμενη χρονιά ακολουθεί άλλο ζουρνάλ, για την Εορτή του βασιλέως Γεωργίου Α’.
Το 1914 ο Σμυρναίος Μπαχατόρης, εντυπωσιασμένος από τις ιταλικές θεαματικές ταινίες της περιόδου και χρησιμοποιώντας Ιταλό οπερατέρ, γυρίζει την Γκόλφω, πρώτη μεγάλου μήκους ελληνική ταινία, με θέμα το γνωστό λαϊκό κωμειδύλλιο του Σπύρου Περεσιάδη. Όλες οι ταινίες ήταν ερασιτεχνικές, από ανθρώπους που ήθελαν ως επί το πλείστον να κερδίσουν εύκολο χρήμα. Οι ταινίες τους προβάλλονται βασικά σε πανηγύρια, λαϊκά θέατρα και πλατείες του χωριού, πράγμα που, στην επαρχία ιδιαίτερα, θα συνεχιστεί για αρκετές δεκαετίες, δίνοντας στον ελληνικό κινηματογράφο μια λαϊκότερη υπόσταση1.
Φέτος συμπληρώνονται εκατό χρόνια ζωής ελληνικού κινηματογράφου καθώς το 1914 δημιουργήθηκε η πρώτη ταινία μυθοπλασίας. Με την ευκαιρία αυτή λοιπόν, ανέτρεξα στο φωτογραφικό μου αρχείο για να ανασύρω ένα άσπρο-μαύρο φιλμ φωτογραφιών από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, κατά τη διάρκεια του 43ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου.
Εκείνη τη χρονιά ανέβηκα Θεσσαλονίκη από Αθήνα με το τραίνο των δώδεκα παρά πέντε, το διάσημο «καρβουνιάρη». Έφευγε γύρω στα μεσάνυχτα και ξημέρωνε στο Θερμαϊκό. Τότε το ταξίδι της συγκεκριμένης ώρας με το τραίνο κόστιζε περίπου 2.500 δραχμές.
Η χώρα είχε μόλις αλλάξει νόμισμα και οι τιμές ήταν ακόμα προσαρμοσμένες στις συνθήκες του προηγούμενου νομίσματος, της δραχμής. Νοέμβρης δύο χιλιάδες δύο.
Μετά από ένα ήρεμο ταξίδι στην ίδια κουκέτα με έναν καλόγηρο και δύο φοιτήτριες, ξημέρωσα στην πόλη του Θερμαϊκού. Κατέβηκα αμέσως στο λιμάνι, ήταν ακόμα πολύ πρωί. Αντιλήφθηκα στην ατμόσφαιρα κάποια μελαγχολία, η οποία εντείνονταν από την πρωινή ομίχλη που εισέβαλλε στην προκυμαία με θέα το Αιγαίο Πέλαγος, συνδέοντας το λιμάνι με το Λευκό Πύργο, το σύμβολο της πόλης.
Η παραλία της πόλης εκτείνεται από τα ανατολικά των εκβολών του Γαλλικού ποταμού κι έχει ανατολική κατεύθυνση μέχρι τις προβλήτες του λιμανιού, κατόπιν στρέφεται προς τα νοτιοανατολικά και στη συνέχεια προς τα νότια. Η παράκτια περιοχή έχει διαμορφωθεί καθοριστικά, στην πάροδο του χρόνου, από ποταμούς όπως για παράδειγμα ο Αξιός που αποτελεί τον παλαιότερο και σημαντικότερο μορφογενετικό παράγοντα του ανάγλυφου της περιοχής2.
Το τοπίο εκεί είναι σαγηνευτικό, ό, τι χρειάζεται για το ξεκίνημα ημέρας σε μιαν άγνωστη ουσιαστικά πόλη. Η έκταση του κυρίως λιμένα είναι περίπου 1.200 στρέμματα, ενώ η παρουσία του κυματοθραύστη δημιουργεί συνθήκες κλειστής θαλάσσιας λεκάνης.
Το κλίμα της περιοχής σε
γενικές γραμμές εμφανίζει χαρακτηριστικά Μεσογειακού κλίματος προς ηπειρωτικό,
με αρκετά ψυχρούς χειμώνες, θερμά καλοκαίρια και υψηλή ατμοσφαιρική υγρασία.
Εκείνες οι μέρες ήταν από τις πρώτες του χειμώνα που έμπαινε. Ήδη τα καλοριφέρ είχαν ανάψει και οι καμινάδες κάπνιζαν για τα καλά. Είχα ανέβει Θεσσαλονίκη, για να συναντήσω μια ωραία γυναίκα που εργάζονταν στο φεστιβάλ κινηματογράφου. Είχαμε γνωριστεί την προηγούμενη μόλις εβδομάδα, σε μια επισκεψή της μ' έναν κοινό φίλο, στην Αθήνα.
Ζούσαμε την εποχή προετοιμασίας των ολυμπιακών αγώνων του 2004, οπότε αν κι αρκετά χιλιόμετρα μακριά από την πρωτεύουσα της χώρας, η όλη ατμόσφαιρα των Βορείων επίσης περιείχε αρκετές δόσεις από το μεγαλοϊδεατισμό και την παρωδία εκείνων των προ-ολυμπιακών χρόνων.
Κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ προβάλλονται ταινίες από όλο τον κόσμο, συμβαίνουν κινηματογραφικές εκπλήξεις και σημαίνοντες προσκεκλημένοι κυκλοφορούν ανάμεσα στο πλήθος. Λαμβάνουν χώρα αφιερώματα, ανοιχτές συζητήσεις και πολυάριθμες παράλληλες εκδηλώσεις που μετατρέπουν την πόλη της Θεσσαλονίκης σε έναν τόπο συνάντησης και γόνιμου διαλόγου σχετικά με την έβδομη τέχνη. Το συγκεκριμένο φεστιβάλ αποτελεί πλέον ιδιαίτερο πολιτισμικό γεγονός για Ευρωπαίους, Βαλκάνιους κι όχι μόνο, κινηματογραφιστές και σινεφίλ.
Ιστορικά, η πρώτη Εβδομάδα Ελληνικού Κινηματογράφου οργανώθηκε στα τέλη Σεπτεμβρίου του 1960, από τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης , με την ευκαιρία του εορτασμού των 25 χρόνων ύπαρξής της3.
Ήταν εποχή της αμοραλιστικής ευμάρειας του ελληνικού καπιταλισμού καθώς την περίοδο 1960-73 οι ρυθμοί ανάπτυξης του είναι από τους υψηλότερους, μαζί με αυτούς της Ισπανίας και της Ιαπωνίας, μεταξύ των μελών του ΟΟΣΑ και της τότε Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας. Το 1973, η πρώτη πετρελαϊκή κρίση τερμάτισε τη μεγέθυνση των προαναφερόμενων ρυθμών.
Στα πρώτα χρόνια της Εβδομάδας (που το 1966 μετονομάστηκε σε Φεστιβάλ) το κύριο βάρος δόθηκε στην εμπορική παραγωγή, ενώ παράλληλα η εκδήλωση χρησίμευσε ως χώρος ανάπτυξης της ταινίας μικρού μήκους και του ντοκιμαντέρ.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1960 ο εμπορικός ελληνικός κινηματογράφος βρίσκονταν στο απόγειό του. Η τηλεόραση δεν είχε ακόμα εισβάλλει στη ζωή του νεοέλληνα, έτσι η κύρια, και πιο φθηνή ψυχαγωγία για το πλατύ κοινό παραμένει τότε ο κινηματογράφος. Στην περίοδο 1965-1966 γυρίστηκαν 101 ελληνικές ταινίες, ενώ στην επόμενη περίοδο, 1966-1967, 117 ταινίες.
Στις αρχές της δεκαετίας του ‘90 το Φεστιβάλ απέκτησε νέο προσανατολισμό, ώστε να αποτελέσει τόπο συνάντησης κινηματογραφιστών από όλον τον κόσμο, να καθιερωθεί ως το σημαντικότερο κινηματογραφικό γεγονός των Βαλκανίων και συγχρόνως να σηματοδοτηθεί ως ο κατεξοχήν χώρος προβολής και προώθησης της ελληνικής κινηματογραφικής παραγωγής.
Με αφορμή την ανακήρυξη της πόλης σε πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης, το 1997, πραγματοποιήθηκαν αναπαλαιώσεις και αναστηλώσεις σε κτίρια της πόλης, μία τέτοια περίπτωση είναι και το κτιριακό συγκρότημα «Ολύμπιον» στην οδό Αριστοτέλους που αποτελεί μόνιμη έδρα του Φεστιβάλ.
Περπάτησα αρκετά στους χώρους του Φεστιβάλ, στο λιμάνι και
στην πόλη, όπου γνώρισα πολλά μέχρι τότε άγνωστα σε μένα. Φωτογράφισα επίσης
αρκετά καθώς εκείνη την χρονική περίοδο πειραματιζόμουν αρκετά με το
ασπρόμαυρο. Ουσιαστικά εκείνες οι μέρες του Νοεμβρίου αποτέλεσαν προσωπικά μία πρωτόγνωρη
εμπειρία, ανασαίνοντας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου, στο λιμάνι και στα
μονοπάτια της πόλης.
Βιβλιογραφικές πηγές:
1. Ελληνικός
κινηματογράφος, σελ. 462-483, Τεύχος 56, Ελλάδα (η ιστορία, ο πολιτισμός, το
σύγχρονο κράτος – το παρελθόν και το παρόν του Ελληνισμού), Εκδοτικός
οργανισμός Πάπυρος, 2007.
2. Θεσσαλονίκη, Φυσική γεωγραφία, σελ. 533-536, Τεύχος 23, Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Larouse Britannica, Εκδοτικός οργανισμός Πάπυρος,
2007.
3. Φεστιβάλ Ελληνικού κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, σελ. 597-598, Τεύχος 23,
Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Larouse Britannica, Εκδοτικός οργανισμός Πάπυρος, 2007.
Σήμερα 6 Δεκέμβρη 2014, τιμάμε τη μνήμη του δολοφονημένου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Αυτές τις μέρες, ο αναρχικός απεργός πείνας Νίκος Ρωμανός με οδόφραγμα το σώμα του προσπαθεί να κερδίσει ανάσες ελευθερίας από την ισοπεδωτική συνθήκη του εγκλεισμού, καθώς διεκδικεί τα αυτονόητα, το δικαίωμα στη μόρφωση και το δικαίωμα στη ζωή. Μια τόσο σημαντική μέρα λοιπόν, θέλω να αφιερώσω τις φωτογραφίες και το κείμενο της σημερινής ανάρτησης στο δίκαιο αγώνα του Νίκου Ρωμανού.
Κείμενο – Φωτογραφίες: ©Δημήτρης Β. Γερονίκος
Οι φωτογραφίες έχουν ληφθεί στη Θεσσαλονίκη κατά τη διάρκεια 43ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, το Νοέμβριο του δύο χιλιάδες δύο.
Texto y fotografías de ©Dimitris V. Geronikos
Las fotografías han sido realizadas en Tesalónica durante el 43º Festival Internacional del Cine de Tesalónica, el noviembre de dos mil dos.
Text and photos by © Dimitris V. Geronikos
The photos in black and white are taken in Thesaloniki during the days of 43th international film festival, in November of two thousand two.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου